Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

αἱ Στροφάδες

См. также в других словарях:

  • Στροφάδες — fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στροφάδες — Sp Strofãdės Ap Στροφάδες/Strofades L s. Jonijos j., Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Στροφάδες — Δύο μικρά νησιά στο Ιόνιο πέλαγος, στα νότια της Ζακύνθου, συνολικής έκτασης 4 τ. χλμ. Ανήκουν στο δήμο της Ζακύνθου και οι λίγοι κάτοικοι τους ασχολούνται κυρίως με την αμπελουργία. Στο μεγαλύτερο από αυτά, το Στεφάνι, υπάρχει μονή της Παναγίας… …   Dictionary of Greek

  • στροφάδες — στροφάς turning round masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Строфады — (Στροφαδες) два известных в древности острова в Ионийском море, в 35 геогр. милях к югу от Закинфа (нын. Занте) и в 10 мил. от Мессении, к которой они принадлежали. Первоначально С. назывались Πλωταί (Плавучие острова). По преданию, когда сыновья …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Στροφάδας — Στροφάδες fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στροφάδεσσιν — Στροφάδες fem dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στροφάδων — Στροφάδες fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στροφάσιν — Στροφάδες fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Strofades — (Στροφάδες) Das Kloster des Erlösers auf Stamfani Gewässer Ionisches Meer …   Deutsch Wikipedia

  • στροφάς — άδος, ό, ἡ, Α 1. (ιδίως για αστερισμό) ο περιστρεφόμενος κυκλικώς («ἄρκτου στροφάδες κέλευθοι» κυκλική τροχιά τού αστερισμού τής Άρκτου, Σοφ.) 2. χαρακτηρισμός ψαριών που στρέφονται γύρω από κάτι 3. (κατά τον Ησύχ.) στον πληθ. στροφάδες… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»